Αντίστροφη μέτρηση για την ελαιοκομική περίοδο : Μειωμένη παραγωγή και υψηλές τιμές

0
38

Η νέα ελαιοκομική περίοδος στην Ελλάδα ξεκινά με αβεβαιότητες και προσδοκίες για μια σημαντική μείωση στην παραγωγή ελαιολάδου σε σχέση με το 2023. Οι ελαιοπαραγωγοί βρίσκονται αντιμέτωποι με τις συνέπειες  των δυσμενών καιρικών συνθηκών, όπως η ξηρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες, που έχουν επηρεάσει αρνητικά την καρποφορία των ελαιόδεντρων. Αν και η φετινή παραγωγή αναμένεται να είναι μειωμένη, το ενδιαφέρον των παραγωγών και των καταναλωτών εστιάζεται στις διακυμάνσεις των τιμών και την επίδραση που θα έχει η διεθνής αγορά στη διαμόρφωση της τελικής τιμής του ελαιολάδου.

Μειωμένη παραγωγή σε πολλές περιοχές, ψηλά η τιμή
Ο χρόνος μετρά ήδη αντίστροφα μέχρι τη στιγμή που τα πρώτα λιόπανα θα στρωθούν στα χωράφια, τα τσουβάλια και οι κλούβες θα γεμίσουν με καρπό και οι σπαστήρες των ελαιοτριβείων θα πάρουν φωτιά. Η νέα ελαιοκομική περίοδος ξεκινά μέσα σε κλίμα αναμονής και συγκρατημένης αισιοδοξίας, καθώς η φετινή παραγωγή –όπως όλα δείχνουν– θα είναι μειωμένη σε σχέση με την περσινή, ενώ το ενδιαφέρον στρέφεται και πάλι στη διαμόρφωση της τιμής του ελαιολάδου.

Με δεδομένο ότι το λάδι αποτελεί ένα από τα πιο πολύτιμα αγαθά για κάθε ελληνικό νοικοκυριό, η αγωνία είναι διπλή: για τους παραγωγούς που δίνουν τον αγώνα τους υπό δύσκολες συνθήκες, αλλά και για τους καταναλωτές που αναζητούν ποιοτικό ελαιόλαδο χωρίς να χρειαστεί να πληρώσουν υπέρογκες τιμές.

Οι πρώτες εκτιμήσεις για την παραγωγή
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Εθνικής Διεπαγγελματικής Ένωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), η φετινή παραγωγή στην Ελλάδα αναμένεται να κυμανθεί περίπου στο 60% με 70% μιας πλήρους χρονιάς, δηλαδή στους 250.000 – 270.000 τόνους.

Ο πρόεδρος της ΕΔΟΕ, Εμμανουήλ Γιαννούλης, σημειώνει στα «Νέα» ότι είναι ακόμη νωρίς για ασφαλή συμπεράσματα, ωστόσο τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι «οι τιμές παραγωγού θα συγκρατηθούν στα σημερινά επίπεδα, περίπου στα 4,5 – 5 ευρώ το κιλό».

Όπως τονίζει, «το ελαιόλαδο είναι ένα διεθνώς εμπορεύσιμο προϊόν, επομένως οι τελικές τιμές θα καθοριστούν από τη συνολική παραγωγή στις χώρες της Μεσογείου, που παράγουν το 80% του παγκόσμιου ελαιολάδου».

Ο καιρός, ο μεγάλος αστάθμητος παράγοντας
Η έλλειψη βροχοπτώσεων- μέχρι πρότινος- και οι παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες κατά τον προηγούμενο χειμώνα επηρέασαν καθοριστικά την καρποφορία των ελαιοδέντρων. Σε πολλές περιοχές της χώρας η απόδοση αναμένεται να είναι μειωμένη ακόμη και στο μισό.

Στη Μεσσηνία, οι ελαιοπαραγωγοί εκτιμούν πτώση της παραγωγής. Όπως εξηγεί ο Γιώργος Σκαρπαλέζος, ιδιοκτήτης ελαιοτριβείου, «ο καιρός δε βοήθησε να δέσουν οι ελιές. Τα δύο προηγούμενα χρόνια είχαμε υψηλές αποδόσεις, αλλά φέτος οι ποσότητες είναι αισθητά λιγότερες».

Παράλληλα, θυμίζει, μιλώντας στα «Νέα», ότι «το 2023 η τιμή ξεκίνησε από τα 4 ευρώ και έφτασε έως τα 7,5 ευρώ το λίτρο, ενώ το 2024 κορυφώθηκε στα 9,5 ευρώ τον Ιανουάριο για να πέσει στα 6 ευρώ τον Σεπτέμβριο».

Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στην Κρήτη, όπου –όπως αναφέρει ο ελαιοπαραγωγός και ιδιοκτήτης ελαιοτριβείου Πρόδρομος Αφθονίδης– «η φετινή παραγωγή κυμαίνεται μόλις στο 30% έως 50% του περσινού όγκου. Η ξηρασία επηρέασε σημαντικά και εκτιμάται ότι η τιμή θα ξεκινήσει γύρω στα 4,5 ευρώ το κιλό».

Η Ισπανία, ο «ρυθμιστής» της διεθνούς αγοράς
Η Ισπανία παραμένει ο καθοριστικός παράγοντας για τη διεθνή τιμή του ελαιολάδου, καθώς παράγει σχεδόν το 45% της παγκόσμιας ποσότητας. Κατά μέσο όρο οι Ισπανοί παράγουν 1,7 εκατομμύριο τόνους ετησίως, ενώ φέτος η παραγωγή τους αναμένεται να υποχωρήσει ελαφρώς στα 1,3 – 1,4 εκατομμύρια τόνους λόγω της ξηρασίας.

Η μείωση αυτή, αν επιβεβαιωθεί, θα μπορούσε να συγκρατήσει ή και να ενισχύσει ελαφρώς τις τιμές διεθνώς. Ήδη στην Ισπανία οι τιμές έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν, αγγίζοντας τα 4,5 – 5 ευρώ ανά κιλό.

Στην Ιταλία, αντίθετα, αναμένεται αύξηση της παραγωγής κατά 30%, φτάνοντας περίπου τους 300.000 τόνους, χωρίς ωστόσο να υπάρξει πτώση στις τιμές, που παραμένουν υψηλές – από 8,5 έως 9 ευρώ το κιλό.

Παγκόσμιο προϊόν, ελληνικό στοίχημα
Το ελαιόλαδο, σύμβολο της Μεσογειακής Διατροφής και βασικός πυλώνας του αγροτικού εισοδήματος στη χώρα μας, βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο των συζητήσεων. Παρά τις διακυμάνσεις των τελευταίων ετών, η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις τρεις μεγαλύτερες παραγωγούς χώρες παγκοσμίως, με προϊόν υψηλής ποιότητας που διακρίνεται στις διεθνείς αγορές.

Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν: η κλιματική αλλαγή, το υψηλό κόστος παραγωγής, η έλλειψη νερού και η απουσία οργανωμένης πολιτικής προώθησης συνεχίζουν να πιέζουν τον Έλληνα παραγωγό. Η νέα χρονιά θα δείξει αν η ισορροπία προσφοράς και ζήτησης θα επιτρέψει τη διατήρηση των τιμών σε λογικά επίπεδα ή αν η αγορά θα βιώσει νέες αναταράξεις.

Η φετινή ελαιοκομική χρονιά φέρνει πιο έντονα από ποτέ στο προσκήνιο την ανάγκη για προσαρμογή στις νέες συνθήκες. Η βιωσιμότητα της ελαιοκαλλιέργειας δεν εξαρτάται μόνο από τις βροχές ή τις διεθνείς τιμές, αλλά και από το αν η χώρα θα επενδύσει επιτέλους στην καινοτομία, την οργάνωση και τη συλλογική δράση.

Το ελαιόλαδο δεν είναι απλώς ένα προϊόν – είναι κομμάτι της ταυτότητας και της οικονομίας της Ελλάδας. Η πρόκληση είναι να διατηρηθεί η ποιότητα, να στηριχθεί ο παραγωγός και να παραμείνει το λάδι «χρυσός» που δε θα λείψει από κανένα ελληνικό τραπέζι.